Τα τελευταία χρόνια έχουμε μάθει να ζούμε με τον COVID-19, όμως εξακολουθεί να μας εκπλήσσει. Πολλοί περιμένουν ότι οι ιοί «ανθίζουν» τον χειμώνα και υποχωρούν το καλοκαίρι. Κι όμως, τα δεδομένα δείχνουν ότι τα κρούσματα συχνά αυξάνονται και τους καλοκαιρινούς μήνες. Γιατί συμβαίνει αυτό; Η απάντηση δεν βρίσκεται μόνο στις ιδιότητες του ιού, αλλά και στη δική μας συμπεριφορά.
Το καλοκαίρι σημαίνει γιορτές, διακοπές και ταξίδια. Από τα νησιά του Αιγαίου μέχρι τις μεγάλες πόλεις, ο κόσμος συγκεντρώνεται σε παραλίες, συναυλίες, φεστιβάλ, γάμους και εκδηλώσεις. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερη κινητικότητα και περισσότερες στενές επαφές.
Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Communications (2023) επιβεβαιώνει ότι οι μετακινήσεις του πληθυσμού είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες εξάπλωσης του ιού. Ακόμη κι αν ο ανοιχτός αέρας μειώνει τον κίνδυνο, οι στιγμές συνωστισμού όπως σε πλοία, αεροπλάνα ή κλαμπ λειτουργούν ως «υπερμεταδότες» για νέα κύματα.
Μετά από χρόνια περιορισμών, η ψυχολογική ανάγκη για ξεγνοιασιά είναι έντονη. Το καλοκαίρι, η αίσθηση ελευθερίας οδηγεί συχνά σε χαλάρωση των μέτρων: λιγότερη χρήση μάσκας, πλημμελής προσοχή σε συμπτώματα και μεγαλύτερη ανοχή σε «ψιλοαρρώστιες». Ωστόσο, ακόμα κι ένα ήπιο κρυολόγημα μπορεί να είναι COVID-19 και να οδηγήσει σε νέα αλυσίδα μετάδοσης.
Η υψηλή θερμοκρασία μάς σπρώχνει σε κλειστούς, κλιματιζόμενους χώρους. Εστιατόρια, γραφεία, γυμναστήρια ή ξενοδοχεία συχνά έχουν ανεπαρκή αερισμό. Σύμφωνα με μελέτη στο Environmental Science & Technology, οι κλειστοί χώροι με περιορισμένη ανανέωση αέρα ευνοούν την παραμονή αερομεταφερόμενων σωματιδίων, αυξάνοντας την πιθανότητα μόλυνσης.
Επομένως, η παρατεταμένη παραμονή σε δροσερούς, αλλά «στατικούς» χώρους κρύβει έναν αόρατο κίνδυνο.
Ο SARS CoV 2 είναι ένας ιός που μεταλλάσσεται συνεχώς. Οι νέες παραλλαγές, όπως οι υποπαραλλαγές της Όμικρον, έχουν τη δυνατότητα να μεταδίδονται ευκολότερα ή να διαφεύγουν από την ανοσία που αποκτήσαμε μέσω εμβολιασμού ή νόσησης.
Παράλληλα, η προστασία από το εμβόλιο ή την προηγούμενη μόλυνση μειώνεται με τον χρόνο. Τα CDC αναφέρουν ότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ως προς την αποτροπή μόλυνσης μειώνεται αρκετά μετά από 6 μήνες. Έτσι, πολλοί βρίσκονται ευάλωτοι ακριβώς την καλοκαιρινή περίοδο.
Ο ήλιος και οι υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούν μια λανθασμένη αίσθηση προστασίας. Η κοινή αντίληψη ότι «το καλοκαίρι δεν κολλάμε ιώσεις» βασίζεται σε άλλους ιούς, όπως η γρίπη, που πράγματι παρουσιάζει έντονη εποχικότητα. Ωστόσο, ο COVID-19 αποδεικνύεται πολύ πιο «ευέλικτος».
Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο JAMA Network (2022) έδειξε ότι, σε αντίθεση με τη γρίπη, ο SARS CoV 2 μπορεί να προκαλεί κύματα σε διαφορετικές εποχές, ανάλογα με την κινητικότητα και την κοινωνική συμπεριφορά των πληθυσμών.
Αν και για πολλούς η καλοκαιρινή λοίμωξη μοιάζει με ένα ήπιο κρυολόγημα, οι ευπαθείς ομάδες (ηλικιωμένοι, άτομα με χρόνια νοσήματα, ανοσοκατασταλμένοι) εξακολουθούν να κινδυνεύουν. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος του long COVID συμπτώματα που παραμένουν για εβδομάδες ή μήνες μετά την αρχική μόλυνση. Η αύξηση κρουσμάτων το καλοκαίρι σημαίνει και αύξηση πιθανών περιπτώσεων μακροχρόνιων επιπτώσεων.
Η πρόληψη δεν σημαίνει περιορισμό της καλοκαιρινής χαράς. Αντίθετα, με λίγη προσοχή μπορούμε να απολαύσουμε το καλοκαίρι με μεγαλύτερη ασφάλεια:
Η καλοκαιρινή αύξηση των κρουσμάτων COVID-19 δεν είναι τυχαία. Πρόκειται για αποτέλεσμα μιας σειράς παραγόντων: περισσότερες συναθροίσεις, χρήση κλιματισμού, χαλάρωση των μέτρων και εμφάνιση νέων παραλλαγών. Ο ιός δεν «διαλέγει» εποχές προσαρμόζεται στις συνθήκες που του προσφέρουμε.
Αντί να αιφνιδιαζόμαστε κάθε χρόνο, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τους μηχανισμούς αυτής της αύξησης και να υιοθετήσουμε μικρές αλλά ουσιαστικές πρακτικές προστασίας. Έτσι μπορούμε να περάσουμε το καλοκαίρι με ασφάλεια, απολαμβάνοντας την ελευθερία που τόσο έχουμε ανάγκη, χωρίς να ξεχνάμε την υγειονομική πραγματικότητα.
Πηγές