Η Ηπατίτιδα Β (HBV) είναι ένας από τους πιο επικίνδυνους ιούς που προσβάλλουν το ήπαρ. Προκαλεί σοβαρές παθήσεις όπως κίρρωση και καρκίνο, ενώ υπολογίζεται ότι περισσότερα από 250 εκατομμύρια άτομα ζουν με χρόνια λοίμωξη παγκοσμίως (WHO). Το εμβόλιο κατά της Ηπατίτιδας Β, διαθέσιμο από τη δεκαετία του 1980, έχει συμβάλει καθοριστικά στη μείωση των νέων κρουσμάτων.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) συνιστά η πρώτη δόση του εμβολίου Ηπατίτιδας Β να γίνεται αμέσως μετά τη γέννηση μέσα σε 24 ώρες, σε όλα τα νεογνά. Αυτό το μοντέλο «καθολικού εμβολιασμού» έχει στόχο να προστατεύσει όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από το αν οι μητέρες τους γνωρίζουν ή όχι ότι είναι φορείς του ιού.
Πρόσφατα, η συμβουλευτική επιτροπή εμβολίων (ACIP) άνοιξε συζήτηση για το αν τα νεογνά από μητέρες αρνητικές στον ιό θα μπορούσαν να ξεκινούν το εμβόλιο λίγο αργότερα, στον πρώτο μήνα ζωής. Οι υποστηρικτές αυτής της ιδέας υποστηρίζουν ότι έτσι αποφεύγεται μια «περιττή παρέμβαση» σε βρέφη χαμηλού κινδύνου.
Ωστόσο, πολλοί ειδικοί τονίζουν ότι μια τέτοια αλλαγή ενέχει κινδύνους. Ο ιός της Ηπατίτιδας Β μπορεί να μεταδοθεί εύκολα μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, ενώ πολλές φορές οι ενήλικες δεν γνωρίζουν ότι είναι φορείς. Μια καθυστέρηση στο εμβολιαστικό σχήμα μπορεί να αφήσει τα βρέφη εκτεθειμένα.
Στη χώρα μας, ακολουθείται διαφορετική στρατηγική. Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών της Ελλάδας:
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα δεν εφαρμόζει το αμερικανικό μοντέλο «καθολικού εμβολιασμού στη γέννηση», αλλά μια στοχευμένη προσέγγιση που εστιάζει περισσότερο στα βρέφη υψηλού κινδύνου.
Η διαφορά στρατηγικής έχει να κάνει με την επιδημιολογική εικόνα. Στις ΗΠΑ και σε πολλές χώρες της Ασίας, ο ιός είναι πιο διαδεδομένος στον γενικό πληθυσμό, οπότε η πιθανότητα έκθεσης είναι μεγαλύτερη.
Στην Ελλάδα, τα ποσοστά μόλυνσης είναι χαμηλότερα και εφαρμόζεται προγεννητικός έλεγχος για όλες τις εγκύους, ώστε να εντοπίζονται οι μητέρες που είναι θετικές στον ιό. Αυτό επιτρέπει στοχευμένη προστασία των νεογνών τους με εμβόλιο και ανοσοσφαιρίνη, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά ξεκινούν τον εμβολιασμό λίγο αργότερα.
Ναι. Μελέτες δεκαετιών δείχνουν ότι το εμβόλιο κατά της Ηπατίτιδας Β είναι εξαιρετικά ασφαλές και αποτελεσματικό. Οι πιο συχνές παρενέργειες είναι ήπιες, όπως πόνος στο σημείο της ένεσης ή χαμηλός πυρετός. Δεν έχει αποδειχθεί σύνδεση με σοβαρές παθήσεις ή μακροχρόνια προβλήματα (CDC).
Αν περιμένετε παιδί, να γνωρίζετε ότι:
Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να συζητάτε με τον παιδίατρό σας και να ακολουθείτε το εθνικό εμβολιαστικό πρόγραμμα.
Η συζήτηση που έχει ανοίξει στις ΗΠΑ δείχνει πόσο κρίσιμες είναι οι αποφάσεις γύρω από τα εμβόλια. Όμως στην Ελλάδα, η στρατηγική είναι σαφής: άμεση προστασία για τα νεογνά υψηλού κινδύνου και σταδιακή ένταξη όλων των παιδιών στο εμβολιαστικό πρόγραμμα.
Το εμβόλιο της Ηπατίτιδας Β είναι ένα από τα πιο ασφαλή και σωτήρια εργαλεία που διαθέτουμε. Με τη σωστή εφαρμογή του, προστατεύουμε όχι μόνο τα παιδιά μας, αλλά και τη δημόσια υγεία συνολικά.