Το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου (IBS) είναι μια συχνή, χρόνια διαταραχή που επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενο κοιλιακό πόνο και αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, όπως διάρροια, δυσκοιλιότητα ή και τα δύο. Αν και δεν υπάρχει θεραπεία, η κατανόηση των συμπτωμάτων και των αιτίων μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση της κατάστασης.
Το IBS είναι μια διαταραχή της αλληλεπίδρασης εντέρου-εγκεφάλου, όπου η επικοινωνία μεταξύ του εγκεφάλου και του γαστρεντερικού συστήματος διαταράσσεται, προκαλώντας συμπτώματα χωρίς ανιχνεύσιμες δομικές ανωμαλίες. Τα κύρια συμπτώματα περιλαμβάνουν κοιλιακό πόνο ή κράμπες που συχνά σχετίζονται με τις κινήσεις του εντέρου, αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, φούσκωμα, αέρια και αίσθημα ατελούς εκκένωσης.
Το IBS υποκατηγοριοποιείται συνήθως με βάση τις κυρίαρχες συνήθειες του εντέρου: IBS-D (διάρροια), IBS-C (δυσκοιλιότητα) και IBS-M (μικτό). Η διάγνωση βασίζεται σε κλινικά κριτήρια, όπως τα κριτήρια Rome IV, και απαιτεί τον αποκλεισμό άλλων παθήσεων με παρόμοια συμπτώματα.
Η πρόσφατη έρευνα έχει δώσει έμφαση στο ρόλο του μικροβιώματος του εντέρου στο IBS, δείχνοντας ότι οι ασθενείς συχνά έχουν αλλοιωμένους πληθυσμούς βακτηρίων, μυκήτων και ιών σε σύγκριση με υγιή άτομα. Αυτό έχει οδηγήσει σε ενδιαφέρον για θεραπείες που στοχεύουν το μικροβίωμα, όπως προβιοτικά και αντιβιοτικά για την υπερανάπτυξη βακτηρίων στο λεπτό έντερο.
Επιπλέον, οι εξελίξεις στην κατανόηση του άξονα εντέρου-εγκεφάλου έχουν αναδείξει τη σημασία των ψυχολογικών παρεμβάσεων, όπως η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία και η ύπνωση που κατευθύνεται προς το έντερο, οι οποίες έχουν δείξει αποτελεσματικότητα στη μείωση των συμπτωμάτων.
Η διατροφική διαχείριση, ιδιαίτερα η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAP (ζυμώσιμα ολιγοσακχαρίδια, δισακχαρίδια, μονοσακχαρίδια και πολυόλες), έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη μείωση των συμπτωμάτων περιορίζοντας τους ζυμώσιμους υδατάνθρακες που επιδεινώνουν το φούσκωμα και τη διάρροια. Νέα φαρμακευτικά σκευάσματα που στοχεύουν συγκεκριμένα συμπτώματα, όπως οι εκκριταγωγές για τη δυσκοιλιότητα και τα αντισπασμωδικά για τον πόνο, αναπτύσσονται και βελτιώνονται συνεχώς.
Το IBS επηρεάζει περίπου το 10-15% του παγκόσμιου πληθυσμού και αποτελεί σημαντικό βάρος για τη δημόσια υγεία λόγω της χρόνιας φύσης του και της επίπτωσής του στην ποιότητα ζωής. Η ευαισθητοποίηση και η εκπαίδευση σχετικά με το IBS μπορούν να μειώσουν το στίγμα και να βελτιώσουν τα αποτελέσματα των ασθενών ενθαρρύνοντας την έγκαιρη διάγνωση και την κατάλληλη διαχείριση. Οι στρατηγικές δημόσιας υγείας που περιλαμβάνουν διαχείριση άγχους, διατροφική καθοδήγηση και υποστήριξη ψυχικής υγείας θα μπορούσαν να μειώσουν τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των ατόμων που επηρεάζονται.
ΠΗΓΕΣ:
https://www.niddk.nih.gov/health-information/digestive-diseases/irritable-bowel-syndrome/symptoms-causes
https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK534810/
https://www.nhs.uk/conditions/irritable-bowel-syndrome-ibs/symptoms/
https://www.mayoclinic.org/diseases-conditions/irritable-bowel-syndrome/symptoms-causes/syc-20360016
https://fascrs.org/patients/diseases-and-conditions/a-z/irritable-bowel-syndrome-expanded-version