MENU

logo

Μια εμβληματική μελέτη για την υγεία των γυναικών βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι

Για πάνω από 30 χρόνια, η Πρωτοβουλία για την Υγεία των Γυναικών (Women’s Health Initiative – WHI) έχει αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο της έρευνας γύρω από την υγεία των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών. Με τη συμμετοχή περισσότερων από 160.000 γυναικών, έχει αποφέρει ανεκτίμητες γνώσεις σχετικά με την καρδιοπάθεια, την οστεοπόρωση, τον καρκίνο του μαστού, τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και πολλά ακόμη. Ωστόσο, η συνέχιση αυτής της εμβληματικής μελέτης βρίσκεται πλέον υπό αμφισβήτηση λόγω έλλειψης σταθερής χρηματοδότησης.

Μια πρωτοβουλία που έσπασε τα δεδομένα

Η WHI ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και αποτέλεσε τη μεγαλύτερη και πιο ολοκληρωμένη μελέτη που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για γυναίκες. Μέχρι τότε, οι περισσότερες ιατρικές έρευνες βασίζονταν κυρίως σε δεδομένα από άνδρες, με αποτέλεσμα πολλές σημαντικές διαφορές στην υγεία των γυναικών να παραμένουν αδιερεύνητες.

Η μελέτη αποκάλυψε, μεταξύ άλλων, ότι η ορμονική θεραπεία μετά την εμμηνόπαυση που τότε χορηγούνταν ευρέως δεν ήταν τόσο ασφαλής όσο πιστευόταν, αυξάνοντας τον κίνδυνο για καρδιοπάθειες και καρκίνο του μαστού. Αυτή η ανακάλυψη οδήγησε σε δραματικές αλλαγές στην ιατρική πρακτική και στη μείωση της χρήσης της θεραπείας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Πέρα από τις αρχικές ανακαλύψεις

Με τα χρόνια, η WHI μετατράπηκε σε μια πλούσια βάση δεδομένων που συνέχισε να αποδίδει επιστημονικούς “καρπούς” χάρη στη μακροχρόνια παρακολούθηση των συμμετεχουσών. Τα δεδομένα της συνέβαλαν σε περισσότερες από 1.700 δημοσιεύσεις, καλύπτοντας θέματα όπως η διατροφή, η σωματική άσκηση, η ψυχική υγεία, η υγεία των οστών και η γήρανση του εγκεφάλου.

Ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό της WHI είναι το γεγονός ότι δίνει φωνή και παρουσία σε ένα ευρύ φάσμα γυναικών: περιλαμβάνει γυναίκες διαφορετικών εθνοτήτων, ηλικιών και κοινωνικοοικονομικού υπόβαθρου κάτι σπάνιο στις κλασικές κλινικές μελέτες.

Ένα μέλλον αβέβαιο

Παρά τη μεγάλη της συνεισφορά, το μέλλον της WHI παραμένει αβέβαιο. Η μελέτη χρηματοδοτείται κυρίως από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ (NIH), αλλά τα τελευταία χρόνια η χρηματοδότηση είναι περιορισμένη και βραχυπρόθεσμη. Αυτό δημιουργεί αμφιβολίες για το αν η μελέτη μπορεί να συνεχιστεί μακροπρόθεσμα και να αξιοποιήσει περαιτέρω τη βάση δεδομένων που έχει δημιουργήσει.

Οι επιστήμονες τονίζουν ότι είναι κρίμα να εγκαταλειφθεί μια τόσο μακροχρόνια επένδυση, ειδικά τη στιγμή που το γυναικείο προσδόκιμο ζωής αυξάνεται και η ανάγκη για κατανόηση της υγείας στην τρίτη ηλικία είναι μεγαλύτερη από ποτέ.

ΠΗΓΗ: theconversation.com

Σχετικά Άρθρα